Κυριακή 19 Απριλίου 2009

Η πνευματική κρίση της σύγχρονης κοινωνίας

Η σύγχρονη κοινωνία διέρχεται βαθύτατη κρίση. Η κρίση, αυτή, είναι στο πυρήνα της πνευματική. Κάποιος μπορεί να ρωτήσει, γιατί είναι πνευματική;;Για να δώσουμε απάντηση σε αυτή την ερώτηση, ας ξεκινήσουμε με μία διαπίστωση. Ο σύγχρονος άνθρωπος γίνεται δέκτης εκατομμυρίων πληροφοριών και, αδιάφορων για τον ίδιο, γεγονότων. Του παρουσιάζουν τυποποιημένα ειδήσεις, από τις πιο σοβαρές μέχρι και τις πιο ανούσιες. Το πρόβλημα παρουσιάζεται ως δεδομένο κακό και η ουσία περιβάλλεται με αερολογία. Εκεί ξεκινα το πρώτο κακό. Ο άνθρωπος χάνει την ουσία των γεγονότων.
Καθώς, λοιπόν, δέχεται πλειάδες τέτοιων πληροφοριών ο άνθρωπος αρχίζει να μην εστιάζει στην ουσία και να περιπλέκει αυτό που το γεγονός είναι, με μία λαθεμένη εικασία. Καταλήγει, έτσι, στο δεύτερο κακό, που είναι η λαθεμένη αντίληψη του γύρω κόσμου.
Η λαθεμένη αντίληψη του κόσμου οδηγεί τον άνθρωπο, με τη σειρά της, σε αντιδικία με αυτόν, είτε λέγεται συνάνθρωπος, είτε φυσικό περιβάλλον. Έτσι βλέπουμε τον άνθρωπο να πολεμά, για να έχει περισσότερα αγαθά. Βιάζει το περιβάλλον και το απορρυθμίζει για μεγαλύτερη και ταχύτερη ανάπτυξη των τεχνολογιών και συνεπώς των ανέσεων του. Ο σύγχρονος άνθρωπος βιάζει το κόσμο γύρω του για να έχει ευμάρεια και να ζει με ευ-δαιμονία στο παρόν, παραγνωρίζοντας ότι, από μόνος του, καταστρέφει το μέλλον του.
Δημιουργείται, τώρα, η δικαιολογημένη απορία:"Για να βάλλονται οι άνθρωποι από ανούσια πληροφορία, πρέπει αυτή από κάπου να παράγεται και να παρουσιάζεται. Ποιοι είναι αυτοί οι κάποιοι, που προωθούν την μη-ουσία στον κόσμο; Είναι όλοι εκείνοι, όλοι εμείς, οι οποίοι νοσούμε πνευματικά, έχουμε σκοτεινό νου και "λερωμένη" ψυχή, που προσπαθούμε να παράξουμε κάτι και παράγουμε το τίποτα. Όλοι εκείνοι οι οποίοι αναπαράγουν τη μη-ουσία και την κάνουν ιδέα και ιδεολογία. Όλοι αυτοί, που ως άλλοι προδότες, αρνούνται να γίνουν φίλοι του Θεού και επιλέγουν να γίνουν υπόδουλοι του ψυχολογικού εαυτού τους. Αυτή η πνευματική κρίση δημιουργεί και την κοινωνική, μιας και ο άνθρωπος είναι φυσικό πρόσωπο της κοινωνίας, καθώς και την οικονομική, μιας και ο άνθρωπος κάνει και οικονομικές συναλλαγές.
Αυτοί, λοιπόν, που παράγουν την μη-ουσία, αλλά και αυτοί, που τη δέχονται ως αλήθεια είναι πνευματικά άρρωστοι. Δεν έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν τί είναι αλήθεια και τί ψέμα, τί έχει αξία για και τί είναι ευτελές, ποιά είναι η πραγματική ελευθερία και ποιά η εικονική, τί οδηγεί τον άνθρωπο σε γνώση του βαθύτερου εαυτού του και τί τον αποτρέπει από αυτήν.
Ο ακάθαρτος εσωτερικός άνθρωπος, λοιπόν, δεν έχει αντίληψη για το γεγονός της ζωής. Δεν μπορεί να εκτιμήσει το μεγαλείο της φύσης. Δεν μπορεί να νιώσει τη θέση του μέσα στον κόσμο και την στενή σχέση του με το Θεό.Ο Χριστός με την Ανάσταση του νίκησε το θάνατο. Έδωσε αιώνια ζωή στο πτωτικό, φθαρτό μας σώμα και το έκανε καινούριο. Μας έδωσε και μας δίνει την ευκαιρία να ζήσουμε αιώνια. Η επιλογή ανήκει στον καθένα μας. Είτε να πιστέψουμε στο γεγονός της Ανάστασης και να ξεκινήσουμε πνευματική θεραπεία, είτε όχι και να παραμείνουμε εγκλωβισμενοι στον ψυχολογικά άρρωστο εαυτό μας.
Η εδώ ζωή μας είναι δώρο. Είναι μία και μοναδική!
Ας μην την καταναλώσουμε με μη-ουσία...

Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

Λόγος και πράξη στην πολιτική ζωή (Μέρος Πρώτο)

Απαραίτητη προϋπόθεση για να χαρακτηρίσει ο λαός έναν πολιτικό αποτελεσματικό και επιτυχημένο είναι η διαπίστωση ότι υπάρχει άμεση σύνδεση της πολιτικής του δραστηριότητας με πρακτικές λύσεις και αποτελέσματα. Αυτό, δηλαδή, που επιζητά, ουσιαστικά, κάθε ψηφοφόρος έλληνας πολίτης.
Κατά πόσο, λοιπόν, συνδέεται ο λόγος του πολιτικού με την πράξη και με ποιο τρόπο επηρεάζεται η γνώμη του πολίτη;
Κατ’ αρχάς να προσδιορίσουμε τί εννοούμε όταν λέμε ότι αυτός/ή είναι πολιτικός. Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται κάποιος/α πολίτης που ασχολείται με την διοίκηση της πόλης και έχει ως στόχο την εξέλιξη αυτής σε επίπεδο υποδομών και γενικά όλων εκείνων των παραμέτρων, που αντικειμενικά ή όχι βελτιώνουν τη ζωή των πολιτών. Ως κέντρο τους έχουν τον άνθρωπο-πολίτη και επιδίωξη τους είναι να ζει ο πολίτης με ελευθερία και ευτυχία στην πόλη.
Μπορεί να ερωτηθεί κάποιος: Για ποιο λόγο, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα για τη συνέπεια μεταξύ λόγου και πράξεως του πολιτικού, αν έχει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα: Η απάντηση είναι, ότι ο ορισμός που δώσαμε στην παραπάνω παράγραφο προσδιορίζει τον εν δυνάμει καλό πολιτικό, αυτόν τον πολιτικό που έχει το δικαίωμα, κατά τον Σωκράτη, να διοικεί την πόλη.
Θα ρωτούσε, τώρα, κάποιος άλλος: Οι πολιτικοί, σήμερα, έχουν τα γνωρίσματα του φύλακα και προστάτη της πόλης; Αν απαντούσα αμέσως μ’ ένα ξερό ναι ή όχι θα χαρακτηριζόμουν αβασάνιστα αφελής, ανίδεος και με όλα εκείνα τα κοσμητικά χαρακτηριστικά, που με ευκολία σήμερα στολίζει ο νεοέλληνας έναν συνομιλητή ή συνδαιτυμόνα του. Η σύγχρονη ιστορία σημαδεύεται από τα ίχνη πολιτικών που θέλουν να αφήσουν τη δική τους σφραγίδα στην ιστορία. Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες. Η πλειονότητα εξ’ αυτών έχουν τη διάθεση να γίνουν καλοί λίαν και προστάτες της πόλης. Αντίθετα η μειοψηφία των πολιτικών, που βρίσκουν στο χώρο της πολιτικής το βήμα για να διαβάλλουν την ίδια τους την πόλη και τις αξίες που αυτή ιστορικά φέρει, ορμώμενοι από εσωτερικά ψυχολογικά και αντι-παραδοσιακά ορμέμφυτα, όχι μόνο δεν έχουν τη διάθεση να γίνουν άριστοι, αλλά μετατρέπονται και σε πολιορκητές και προδότες της. Δε θα αναλύσουμε, τώρα, για ποιο λόγο οι τελευταίοι θέλουν να διαβάλλουν αυτό που η πόλη είναι, και να παρουσιάσουν ένα ψεύτικο, στεγνά εκσυγχρονιστικό προσωπείο αυτής.
Τί μπορούν να κάνουν, λοιπόν, αυτοί οι πολιτικοί, που έχουν διάθεση να γίνουν άριστοι και προστάτες της πόλης; Ο γνήσιος πολιτικός, πρέπει να βρίσκεται σε κατάσταση συνεχούς αυτοελέγχου και μέσω αυτού θα ανακαλύπτει σκιώδεις πτυχές του εαυτού του, οδηγούμενος, έτσι, δυναμικά σε αυτογνωσία. Με τη διαδικασία αυτή, θα αποκτήσει τη γνώση, ότι δεν ξέρει πολλά και όπως ο μεγάλος αρχαίος δάσκαλος Σωκράτης και ο μεγάλος θεολόγος και άγιος της Εκκλησίας Γρηγόριος Ναζιανζηνός θα γίνουν ταπεινοί και σεμνοί. Δεν θα θεωρούν το αξίωμα και την εξουσία προσωπικά επιτεύγματα, αλλά δώρα του ίδιου του λαού. Έτσι θα μπορούν να τον υπηρετούν ταπεινά, να προτείνουν λύσεις αποφασιστικά, να υπόσχονται αυτά που πραγματικά μπορούν να εξασφαλίσουν και να μετρούν τα λόγια, που στο λαό εκστομίζουν. Ο λόγος τους και η πράξη τους θα συμπορεύονται απόλυτα. Μ’ αυτή τη συνέπεια ο λαός θα τους κατατάξει στους ευεργέτες του και η ιστορία θα ετοιμάσει μία θέση και γι’ αυτούς.